Ο Λευκός Πύργος της Θεσσαλονίκης είναι οχυρωματικό έργο οθωμανικής κατασκευής του 15ου αιώνα (χτίστηκε πιθανόν μεταξύ 1450-70). Σήμερα θεωρείται χαρακτηριστικό μνημείο της Θεσσαλονίκης και είναι ό,τι έχει σωθεί από την κατεδαφισμένη οθωμανική οχύρωση της πόλης. Η σημερινή μορφή του πύργου αντικατέστησε βυζαντινή οχύρωση του 12ου αιώνα, για να χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια ως κατάλυμα φρουράς Γενιτσάρων και ως φυλακή θανατοποινιτών. Σήμερα λειτουργεί ως μουσείο και είναι ένα από πιο γνωστά κτίσματα-σύμβολα πόλεων στην Ελλάδα. Έχει 6 ορόφους, 34 μέτρα ύψος και 70 μέτρα περίμετρο.
Ονομασίες
Στην αρχή ονομαζόταν Πύργος του Λέοντος, όπως αναφέρει τουρκική επιγραφή του 1535-1536, η οποία υπήρχε στην είσοδό του εξωτερικού περιβόλου (τώρα κατεδαφισμένος) και η οποία μάλλον αναφερόταν στη χρονολογία κατασκευής του περιβόλου.
Από τον 17ο αιώνα και μετά ονομαζόταν ανεπίσημα Φρούριο της Καλαμαριάς/Kelemeriye Kal’asi και Πύργος των Γενιτσάρων. Μετά την διάλυση του τάγματος των Γενίτσαρων το 1826 αποκτά το όνομα Kanli-Kule, δηλαδή Πύργος του Αίματος λόγω των σφαγών των Γενιτσάρων. Το όνομα διατηρείται και μετά το 1826 λόγω της λειτουργίας του ως φυλακή μελλοθανάτων και τόπο βασανιστηρίων, τα οποία συχνά εκτελούνταν από τους Γενιτσάρους γεμίζοντας με αίμα τους τοίχους. Το σύγχρονο όνομά του το πήρε όταν ένας εβραίος κατάδικος, ο Nathan Guidili, τον ασβέστωσε με αντάλλαγμα την ελευθερία του, το 1891.Μέχρι το 1912 ο χριστιανικός πληθυσμός συνεχίζει να τον αναφέρει Kanli-Kule, ενώ ο εβραϊκός υιοθετεί το Torre Blanca, που υιοθετούν και οι τούρκοι ως Beyaz-Kule, δηλαδή Λευκός Πύργος.
Η χρονολόγηση της μετονομασίας του έχει τροποποιηθεί με βάση τα βρετανικά έγγραφα που δημοσίευσε ο Βασίλης Κ. Γούναρης. Το 1883 ο Σουλτάνος Αβδ-ουλ-Χαμίτ Β έτυχε να διαβάσει κάποια έγγραφα από τη Θεσσαλονίκη. Σ' αυτά συνάντησε την ονομασία "Πύργος του Αίματος", που προφανώς ήταν σε χρήση ακόμη και από τις κρατικές υπηρεσίες. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Sir John Blunt, του πάντα καλά πληροφορημένου Βρετανού Γενικού Προξένου στη Θεσσαλονίκη, ο Σουλτάνος τηλεγράφησε αμέσως στον Νομάρχη (Βαλή), διατάζοντάς τον να ονομάζει στο εξής τον πύργο "Λευκό" (Ak-koule) και να απαγορεύσει -με την απειλή μάλιστα ποινής- την παλαιότερη δυσφημιστική ονομασία . Σύμφωνα με την εντολή ο Πύργος ασπρίστηκε και μέσα σε ένα χρόνο, όπως γράφει ο Blunt, δηλαδή εντός του 1884, η νέα ονομασία είχε επικρατήσει πλήρως. Η πληροφορία αυτή διασταυρώνεται με μια ακόμη ανεκμετάλλευτη έως τώρα πηγή, τον James George Cotton Minchin, Γενικό Πρόξενο της Σερβίας στο Λονδίνο, που, όταν επισκέφτηκε τη Θεσσαλονίκη τον Σεπτέμβριο του 1884 βρήκε τον Πύργο ασπρισμένο. Ο Minchin αναφέρει μάλιστα την ίδια πληροφορία για την άνωθεν διαταγή: όταν ο Σουλτάνος έμαθε το όνομα της φυλακής είπε: "Είναι δυνατόν στις κτήσεις μου να υπάρχει πύργος ο οποίος να ονομάζεται `Πύργος του Αίματος';" Είναι προφανές ότι ο Minchin άκουσε την ιστορία από τον συνάδελφό του, τον Blunt, εκτός κι αν του την είπε ο ίδιος ο Βαλής, ο Γκαλίμπ πασάς, τον οποίο επισκέφτηκε προσωπικά. Θα μπορούσε βέβαια να υποθέσει κανείς ότι ο Γκαλίμπ, γνωστός για τις εξωραϊστικές του πρωτοβουλίες, διέδωσε σκόπιμα την ανάμιξη του Σουλτάνου, για να φέρει γρηγορότερα αποτελέσματα. Πάντως, αν και ο Πύργος ήταν όντως λευκός ήδη, ο Minchin σημείωσε ότι "όλοι οι ασπριστάδες της Θεσσαλονίκης δεν θα ξεπλύνουν το αθώο αίμα που χύθηκε εκεί".
Χάρη στην τοπική εφημερίδα της Θεσσαλονίκης ο Φάρος της Μακεδονίας είναι δυνατόν να επιτευχθεί ακριβέστερη χρονολόγηση του ασπρίσματος. Στις 30 Ιουλίου 1883 (με το παλαιό ημερολόγιο) στον "Κανλί Κουλέ (Πύργο του Αίματος)" δύο κρατούμενοι που έπαιζαν τους "κύβους" φιλονίκησαν και ο ένας δολοφονήθηκε. Το φονικό ακολούθησε αναταραχή που αποκαταστάθηκε από τη φρουρά. Η αμέσως επόμενη αναφορά του Πύργου είναι στις 29 Φεβρουαρίου 1884 , όταν μετά από σχετικό αίτημα των κρατουμένων έγινε "εν τη περιβόλω του παρά την προκυμαίαν Λευκού Πύργου δοξολογία υπέρ του Σουλτάνου", ως ένδειξη ευχαριστίας για την αμνήστευση πολιτικών κρατουμένων στην Κωνσταντινούπολη. Δυστυχώς η εφημερίδα δεν κυκλοφόρησε από τις 17 Σεπτεμβρίου 1883 έως τις 8 Φεβρουαρίου 1884, διάστημα μέσα στο οποίο, όπως φαίνεται, διατάχθηκε το άσπρισμα και η μετονομασία. Όμως, σε μια αίτηση πολιτικών κρατουμένων που υποβλήθηκε στον Βρετανό Γενικό Πρόξενο στις 14 Οκτωβρίου 1883 και σώζεται ακόμη μεταφρασμένη αναφέρεται ότι οι υπογεγραμμένοι μετήχθησαν στον "Λευκό Πύργο" (Ak-koule) με σίδερα στα πόδια. Θα ήταν επομένως λογικό να υποθέσουμε ότι πιθανόν το φονικό και η αναταραχή στη φυλακή προκάλεσαν τη διοικητική αλληλογραφία που, σύμφωνα με τον Blunt, υπέπεσε στην προσοχή του Αβδούλ-Χαμίτ και ότι η διαταγή του Σουλτάνου εκτελέστηκε στα τέλη του καλοκαιριού του 1883.
Ιστορία
Κατά την Τουρκοκρατία έγιναν προσθήκες και τροποποιήσεις στα τείχη της πόλης, στις οποίες εντάσσεται και ο Λευκός Πύργος, μαζί με το Επταπύργιο και τον Πύργο Τριγωνίου). Ο τελευταίος χρονολογείται τον 16ο αιώνα.
Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς χτίστηκε, στη θέση προϋπάρχοντος βυζαντινού πύργου, ο οποίος συνέδεε το ανατολικό τμήμα της οχύρωσης της Θεσσαλονίκης (που σώζεται και σήμερα), με το θαλάσσιο (το οποίο κατεδαφίστηκε το 1867). Παλιότερα πιστευόταν πως ήταν έργο των Βενετών αλλά αυτό έχει πια απορριφθεί από τη σύγχρονη ιστοριογραφία. Κατά μία εκδοχή, η χρονολογία κατασκευής του μνημείου τοποθετείται περί το 1450-1470, λίγο μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους (1430) και πρόκειται για ένα από τα πρωιμότερα δείγματα οθωμανικής οχυρωματικής που λαμβάνει υπόψη της το πυροβολικό.
Έχει διατυπωθεί η υπόθεση πως αρχιτέκτονας του Πύργου ήταν ο φημισμένος Μιμάρ Σινάν, βάσει της ομοιότητας με ανάλογο πύργο στη Valona (Αυλώνα) της Αλβανίας ο οποίος κτίστηκε τη δεκαετία του 1530. Χρονολόγηση κορμών ξύλου που χρησιμοποιήθηκαν στο Λευκό Πύργο έδειξε ότι κόπηκαν το έτος 1535 αλλά υπάρχει η πιθανότητα οι κορμοί να χρησιμοποιήθηκαν σε εκτεταμένη επισκευή του μνημείου. Όλα αυτά καταδείχνουν τις δυσκολίες στη χρονολόγηση μνημείων της οθωμανικής στρατιωτικής αρχιτεκτονικής της εποχής της Αναγέννησης.
Γύρω από τον πύργο υπήρχε χαμηλός οκταγωνικός περίβολος (προτείχισμα) με τρεις επίσης οκταγωνικούς πύργους, το οποίο κατεδαφίστηκε στις αρχές του 20ου αι.Ο περίβολος αυτός χρησίμευε κυρίως για να προστατεύει τον Πύργο από τη θάλασσα αλλά θεωρείται πιθανή η χρήση του και για την τοποθέτηση βαρέων πυροβόλων τα οποία θα έλεγχαν την ακτογραμμή και το λιμάνι.
Νεότερη χρήση
Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Λευκός Πύργος στέγαζε το κέντρο διαβιβάσεων των Συμμάχων, ενώ το 1916 χρησιμοποίησαν έναν όροφό του για τη φύλαξη αρχαιοτήτων από αρχαιολογικές εργασίες στη ζώνη ευθύνης του βρετανικού εκστρατευτικού σώματος. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (1912), το μνημείο περιήλθε στο ελληνικό δημόσιο και έως το 1983 φιλοξένησε την αεράμυνα της πόλης, το εργαστήριο Μετεωρολογίας του Πανεπιστημίου και συστήματα Ναυτοπροσκόπων.
Από το 1983 έως το 1985 η Αρχαιολογική Υπηρεσία συντήρησε και αναστήλωσε το μνημείο και το διαμόρφωσε σε εκθεσιακό χώρο. Από το 1985 έως το 1994 λειτούργησε η μόνιμη έκθεση «Θεσσαλονίκη: Ιστορία και Τέχνη». Το 1994 άνοιξε το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού και τα εκθέματα άρχισαν να μεταφέρονται σταδιακά σε αυτό. Το 2001 παρουσιάστηκε στο Λευκό Πύργο η έκθεση «Καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο» στο πλαίσιο του δικτύου τριών εκθέσεων με το γενικό τίτλο «Ώρες Βυζαντίου, Έργα και Ημέρες στο Βυζάντιο».
Το 2002 παρουσιάστηκε έκθεση έργων του ζωγράφου και συντηρητή αρχαιοτήτων Φώτη Ζαχαρίου με τον τίτλο «Άθως: Αποτυπώσεις και Μνήμες».
Ανήκει διοικητικά στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού και από το 2006 λειτουργεί μόνιμα ως Μουσείο Πόλης της Θεσσαλονίκης.
Κατασκευή
Είναι κυλινδρική κατασκευή με ύψος 33,9 μέτρα και διάμετρο 22,7 μέτρα. Έχει έξι ορόφους, οι οποίοι επικοινωνούν με εσωτερικό κλιμακοστάσιο, το οποίο ελίσσεται κοχλιωτά και σε επαφή με τον εξωτερικό τοίχο. Με αυτό τον τρόπο, σε κάθε όροφο υπάρχει μια κεντρική κυκλική αίθουσα διαμέτρου 8,5 μέτρα , με την οποία επικοινωνούν μικρότερα τετράπλευρα δωμάτια, ανοιγμένα στο πάχος του εξωτερικού τοίχου. Ο 6ος όροφος έχει μόνο κεντρική αίθουσα και έξω από αυτήν ένα δώμα με θέα του τοπίου γύρω από τον πύργο. Η ύπαρξη αφοδευτηρίων, τζακιών και καπναγωγών δείχνει πως ο πύργος προοριζόταν όχι μόνο ως αμυντικό έργο αλλά και για στρατιωτικό κατάλυμα.
Κωνσταντινα Μ.
Πηγη Βικιπαιδια
Ονομασίες
Στην αρχή ονομαζόταν Πύργος του Λέοντος, όπως αναφέρει τουρκική επιγραφή του 1535-1536, η οποία υπήρχε στην είσοδό του εξωτερικού περιβόλου (τώρα κατεδαφισμένος) και η οποία μάλλον αναφερόταν στη χρονολογία κατασκευής του περιβόλου.
Από τον 17ο αιώνα και μετά ονομαζόταν ανεπίσημα Φρούριο της Καλαμαριάς/Kelemeriye Kal’asi και Πύργος των Γενιτσάρων. Μετά την διάλυση του τάγματος των Γενίτσαρων το 1826 αποκτά το όνομα Kanli-Kule, δηλαδή Πύργος του Αίματος λόγω των σφαγών των Γενιτσάρων. Το όνομα διατηρείται και μετά το 1826 λόγω της λειτουργίας του ως φυλακή μελλοθανάτων και τόπο βασανιστηρίων, τα οποία συχνά εκτελούνταν από τους Γενιτσάρους γεμίζοντας με αίμα τους τοίχους. Το σύγχρονο όνομά του το πήρε όταν ένας εβραίος κατάδικος, ο Nathan Guidili, τον ασβέστωσε με αντάλλαγμα την ελευθερία του, το 1891.Μέχρι το 1912 ο χριστιανικός πληθυσμός συνεχίζει να τον αναφέρει Kanli-Kule, ενώ ο εβραϊκός υιοθετεί το Torre Blanca, που υιοθετούν και οι τούρκοι ως Beyaz-Kule, δηλαδή Λευκός Πύργος.
Η χρονολόγηση της μετονομασίας του έχει τροποποιηθεί με βάση τα βρετανικά έγγραφα που δημοσίευσε ο Βασίλης Κ. Γούναρης. Το 1883 ο Σουλτάνος Αβδ-ουλ-Χαμίτ Β έτυχε να διαβάσει κάποια έγγραφα από τη Θεσσαλονίκη. Σ' αυτά συνάντησε την ονομασία "Πύργος του Αίματος", που προφανώς ήταν σε χρήση ακόμη και από τις κρατικές υπηρεσίες. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Sir John Blunt, του πάντα καλά πληροφορημένου Βρετανού Γενικού Προξένου στη Θεσσαλονίκη, ο Σουλτάνος τηλεγράφησε αμέσως στον Νομάρχη (Βαλή), διατάζοντάς τον να ονομάζει στο εξής τον πύργο "Λευκό" (Ak-koule) και να απαγορεύσει -με την απειλή μάλιστα ποινής- την παλαιότερη δυσφημιστική ονομασία . Σύμφωνα με την εντολή ο Πύργος ασπρίστηκε και μέσα σε ένα χρόνο, όπως γράφει ο Blunt, δηλαδή εντός του 1884, η νέα ονομασία είχε επικρατήσει πλήρως. Η πληροφορία αυτή διασταυρώνεται με μια ακόμη ανεκμετάλλευτη έως τώρα πηγή, τον James George Cotton Minchin, Γενικό Πρόξενο της Σερβίας στο Λονδίνο, που, όταν επισκέφτηκε τη Θεσσαλονίκη τον Σεπτέμβριο του 1884 βρήκε τον Πύργο ασπρισμένο. Ο Minchin αναφέρει μάλιστα την ίδια πληροφορία για την άνωθεν διαταγή: όταν ο Σουλτάνος έμαθε το όνομα της φυλακής είπε: "Είναι δυνατόν στις κτήσεις μου να υπάρχει πύργος ο οποίος να ονομάζεται `Πύργος του Αίματος';" Είναι προφανές ότι ο Minchin άκουσε την ιστορία από τον συνάδελφό του, τον Blunt, εκτός κι αν του την είπε ο ίδιος ο Βαλής, ο Γκαλίμπ πασάς, τον οποίο επισκέφτηκε προσωπικά. Θα μπορούσε βέβαια να υποθέσει κανείς ότι ο Γκαλίμπ, γνωστός για τις εξωραϊστικές του πρωτοβουλίες, διέδωσε σκόπιμα την ανάμιξη του Σουλτάνου, για να φέρει γρηγορότερα αποτελέσματα. Πάντως, αν και ο Πύργος ήταν όντως λευκός ήδη, ο Minchin σημείωσε ότι "όλοι οι ασπριστάδες της Θεσσαλονίκης δεν θα ξεπλύνουν το αθώο αίμα που χύθηκε εκεί".
Χάρη στην τοπική εφημερίδα της Θεσσαλονίκης ο Φάρος της Μακεδονίας είναι δυνατόν να επιτευχθεί ακριβέστερη χρονολόγηση του ασπρίσματος. Στις 30 Ιουλίου 1883 (με το παλαιό ημερολόγιο) στον "Κανλί Κουλέ (Πύργο του Αίματος)" δύο κρατούμενοι που έπαιζαν τους "κύβους" φιλονίκησαν και ο ένας δολοφονήθηκε. Το φονικό ακολούθησε αναταραχή που αποκαταστάθηκε από τη φρουρά. Η αμέσως επόμενη αναφορά του Πύργου είναι στις 29 Φεβρουαρίου 1884 , όταν μετά από σχετικό αίτημα των κρατουμένων έγινε "εν τη περιβόλω του παρά την προκυμαίαν Λευκού Πύργου δοξολογία υπέρ του Σουλτάνου", ως ένδειξη ευχαριστίας για την αμνήστευση πολιτικών κρατουμένων στην Κωνσταντινούπολη. Δυστυχώς η εφημερίδα δεν κυκλοφόρησε από τις 17 Σεπτεμβρίου 1883 έως τις 8 Φεβρουαρίου 1884, διάστημα μέσα στο οποίο, όπως φαίνεται, διατάχθηκε το άσπρισμα και η μετονομασία. Όμως, σε μια αίτηση πολιτικών κρατουμένων που υποβλήθηκε στον Βρετανό Γενικό Πρόξενο στις 14 Οκτωβρίου 1883 και σώζεται ακόμη μεταφρασμένη αναφέρεται ότι οι υπογεγραμμένοι μετήχθησαν στον "Λευκό Πύργο" (Ak-koule) με σίδερα στα πόδια. Θα ήταν επομένως λογικό να υποθέσουμε ότι πιθανόν το φονικό και η αναταραχή στη φυλακή προκάλεσαν τη διοικητική αλληλογραφία που, σύμφωνα με τον Blunt, υπέπεσε στην προσοχή του Αβδούλ-Χαμίτ και ότι η διαταγή του Σουλτάνου εκτελέστηκε στα τέλη του καλοκαιριού του 1883.
Ιστορία
Κατά την Τουρκοκρατία έγιναν προσθήκες και τροποποιήσεις στα τείχη της πόλης, στις οποίες εντάσσεται και ο Λευκός Πύργος, μαζί με το Επταπύργιο και τον Πύργο Τριγωνίου). Ο τελευταίος χρονολογείται τον 16ο αιώνα.
Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς χτίστηκε, στη θέση προϋπάρχοντος βυζαντινού πύργου, ο οποίος συνέδεε το ανατολικό τμήμα της οχύρωσης της Θεσσαλονίκης (που σώζεται και σήμερα), με το θαλάσσιο (το οποίο κατεδαφίστηκε το 1867). Παλιότερα πιστευόταν πως ήταν έργο των Βενετών αλλά αυτό έχει πια απορριφθεί από τη σύγχρονη ιστοριογραφία. Κατά μία εκδοχή, η χρονολογία κατασκευής του μνημείου τοποθετείται περί το 1450-1470, λίγο μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους (1430) και πρόκειται για ένα από τα πρωιμότερα δείγματα οθωμανικής οχυρωματικής που λαμβάνει υπόψη της το πυροβολικό.
Έχει διατυπωθεί η υπόθεση πως αρχιτέκτονας του Πύργου ήταν ο φημισμένος Μιμάρ Σινάν, βάσει της ομοιότητας με ανάλογο πύργο στη Valona (Αυλώνα) της Αλβανίας ο οποίος κτίστηκε τη δεκαετία του 1530. Χρονολόγηση κορμών ξύλου που χρησιμοποιήθηκαν στο Λευκό Πύργο έδειξε ότι κόπηκαν το έτος 1535 αλλά υπάρχει η πιθανότητα οι κορμοί να χρησιμοποιήθηκαν σε εκτεταμένη επισκευή του μνημείου. Όλα αυτά καταδείχνουν τις δυσκολίες στη χρονολόγηση μνημείων της οθωμανικής στρατιωτικής αρχιτεκτονικής της εποχής της Αναγέννησης.
Γύρω από τον πύργο υπήρχε χαμηλός οκταγωνικός περίβολος (προτείχισμα) με τρεις επίσης οκταγωνικούς πύργους, το οποίο κατεδαφίστηκε στις αρχές του 20ου αι.Ο περίβολος αυτός χρησίμευε κυρίως για να προστατεύει τον Πύργο από τη θάλασσα αλλά θεωρείται πιθανή η χρήση του και για την τοποθέτηση βαρέων πυροβόλων τα οποία θα έλεγχαν την ακτογραμμή και το λιμάνι.
Νεότερη χρήση
Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Λευκός Πύργος στέγαζε το κέντρο διαβιβάσεων των Συμμάχων, ενώ το 1916 χρησιμοποίησαν έναν όροφό του για τη φύλαξη αρχαιοτήτων από αρχαιολογικές εργασίες στη ζώνη ευθύνης του βρετανικού εκστρατευτικού σώματος. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (1912), το μνημείο περιήλθε στο ελληνικό δημόσιο και έως το 1983 φιλοξένησε την αεράμυνα της πόλης, το εργαστήριο Μετεωρολογίας του Πανεπιστημίου και συστήματα Ναυτοπροσκόπων.
Από το 1983 έως το 1985 η Αρχαιολογική Υπηρεσία συντήρησε και αναστήλωσε το μνημείο και το διαμόρφωσε σε εκθεσιακό χώρο. Από το 1985 έως το 1994 λειτούργησε η μόνιμη έκθεση «Θεσσαλονίκη: Ιστορία και Τέχνη». Το 1994 άνοιξε το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού και τα εκθέματα άρχισαν να μεταφέρονται σταδιακά σε αυτό. Το 2001 παρουσιάστηκε στο Λευκό Πύργο η έκθεση «Καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο» στο πλαίσιο του δικτύου τριών εκθέσεων με το γενικό τίτλο «Ώρες Βυζαντίου, Έργα και Ημέρες στο Βυζάντιο».
Το 2002 παρουσιάστηκε έκθεση έργων του ζωγράφου και συντηρητή αρχαιοτήτων Φώτη Ζαχαρίου με τον τίτλο «Άθως: Αποτυπώσεις και Μνήμες».
Ανήκει διοικητικά στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού και από το 2006 λειτουργεί μόνιμα ως Μουσείο Πόλης της Θεσσαλονίκης.
Κατασκευή
Είναι κυλινδρική κατασκευή με ύψος 33,9 μέτρα και διάμετρο 22,7 μέτρα. Έχει έξι ορόφους, οι οποίοι επικοινωνούν με εσωτερικό κλιμακοστάσιο, το οποίο ελίσσεται κοχλιωτά και σε επαφή με τον εξωτερικό τοίχο. Με αυτό τον τρόπο, σε κάθε όροφο υπάρχει μια κεντρική κυκλική αίθουσα διαμέτρου 8,5 μέτρα , με την οποία επικοινωνούν μικρότερα τετράπλευρα δωμάτια, ανοιγμένα στο πάχος του εξωτερικού τοίχου. Ο 6ος όροφος έχει μόνο κεντρική αίθουσα και έξω από αυτήν ένα δώμα με θέα του τοπίου γύρω από τον πύργο. Η ύπαρξη αφοδευτηρίων, τζακιών και καπναγωγών δείχνει πως ο πύργος προοριζόταν όχι μόνο ως αμυντικό έργο αλλά και για στρατιωτικό κατάλυμα.
Κωνσταντινα Μ.
Πηγη Βικιπαιδια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου